Home Ενημερώσεις Xρήστος Χατζηπαναγιώτης: «Οι άνθρωποι στη Λέσβο κουβαλάνε στα κύτταρά τους μνήμες»

Xρήστος Χατζηπαναγιώτης: «Οι άνθρωποι στη Λέσβο κουβαλάνε στα κύτταρά τους μνήμες»

1372
0

Συνέντευξη στην Ελένη Γαβριήλ και στον Γιώργο Μιχαηλάρη του νέου site από τη Λέσβο το Lesvostime.gr Όταν του είπαμε ότι θα πάμε Μυτιλήνη για μερικές μέρες και τον ρωτήσαμε τι θέλει να του φέρουμε μας είπε: «Λίγο αέρα!»

Και πως θα μπορούσε να είναι διαφορετικά αφού για τον ηθοποιό Χρήστο Χατζηπαναγιώτη, η Λέσβος, η Αγιάσος, το Πλωμάρι, η Μυτιλήνη, το νησί, γενικότερα δεν είναι ένα μακρινό χωριό που γεννήθηκε και έριξε «μαύρη πέτρα» πίσω του, αλλά είναι τα παιδικά του χρόνια, «η μοναδική του πατρίδα», όπως λέει χαρακτηριστικά, την οποία και επισκέπτεται συχνά πυκνά μέσα στο βαρύ του πρόγραμμα. Φτασμένος ηθοποιός πια, με θεατρικά «ένσημα» από πολύ μικρός, μαθήτευσε δίπλα σε πολύ μεγάλους ανθρώπους του θεάτρου, οι οποίοι όπως λέει είναι οι «αποσκευές» του, τους οποίους και τιμά με την πρώτη ευκαιρία. Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης μιλά για όλους και για όλα όσα τον ενδιαφέρουν, ακομπλεξάριστα, ειλικρινά, ανοίγοντας την καρδιά του και την ζωή του σαν ανοιχτό βιβλίο.

Το lesvostime.gr του «ξέκλεψε» λίγες ώρες και πίνοντας καφέ μιλήσαμε μαζί του για θέατρο, για ηθοποιούς, για την κρίση, για τα πιστεύω και τους δογματισμούς αλλά και για την Λέσβο, την Αγιάσο, το Πλωμάρι, τον ίδιο και τα σχέδιά του.

– Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με την τέχνη και το θέατρο;

Tις πρώτες παραστάσεις που είδα στη ζωή μου ήταν στο Αναγνωστήριο της Αγιάσου. Θυμάμαι και την πρώτη παράσταση που έχω δει. «Το φιντανάκι» του Παντελή Χόρν και «Το ημερολόγιο της Αννας Φράνκ». Αυτές θυμάμαι σαν πρώτες παραστάσεις και εικόνες στη ζωή μου. Εκεί πρωτοείδα θέατρο.
Το Αναγνωστήριο είναι ο αρχαιότερος εν ζωή πολιτιστικός σύλλογος στην Ελλάδα, με έτος ίδρυσης 1894. Δηλαδή έχει μια μοναδικότητα τρομερή. Να φανταστείτε τα Δημοτικά Θέατρα στην Ελλάδα άρχισαν να αναπτύσσονται τη δεκαετία του ’80 κι αυτό είναι ένα θέατρο αυτοχρηματοδοτούμενο που δουλεύει μόνο του από το 1894. Και πέρασε αλώβητο μέσα στην ιστορία, κατοχές, πόλεμοι, αλλά αυτό εκεί, σταθερό.
Είχα κάποια στιγμή κάποιες φωτογραφίες στα χέρια μου όπου ήταν ο παππούς μου ο Χριστόφας που παίζανε «Το κουρέλι» του Νικοντέμι με την οικογένεια Στρατηγού. Η οικογένεια Στρατηγού ήταν ένα μπουλούκι, όπου για αυτούς η Αγιάσος ήταν ένας πολύ προσφιλής προορισμός γιατί πιο άλλο χωριό στην Ελλάδα είχε θέατρο τότε. Οπότε πηγαίνανε εκεί και αράζανε ειδικά τον χειμώνα που ήταν δύσκολες εποχές και δύσκολα τα πράγματα. Πήγαιναν δυο τρεις μήνες ανεβάζανε έργα και ζούσανε εκεί.

– Η καταγωγή σου είναι από το Πλωμάρι και την Αγιάσο.

xathipanagiotis-papaxaralampous-vickyΗ μάνα μου ήταν από το Πλωμάρι και ο πατέρας μου από την Αγιάσο. Ήμουν γραμμένος στα μητρώα Αγιάσου. Όχι ήμουν, είμαι γραμμένος στα μητρώα Αγιάσου. Ψήφιζα στην Αγιάσο, αλλά μέχρι πριν πέντε χρόνια μετέφερα τα δικαιωματά μου εδώ, γιατί δεν πρόφταινα να πάω να ψηφίσω λόγω την δουλειάς. Και δεν θέλω να μην ψηφίζω. Θέλω να ψηφίζω. Είμαι από αυτούς που θέλουν να ψηφίζουν. Έχω να πάω από πρόπερσι στο νησί, αλλά είναι πάντα μέσα στην καρδιά μου. Εγώ στο Πλωμάρι μεγάλωσα, εκεί ειναι οι βασικές μου μνήμες. Είναι οι φίλοι μου, το σπίτι μου, η οικογένειά μου, το σχολείο μου, αλλά παρόλα αυτά και η Αγιάσος είναι ένα μερος, είναι η πατρίδα μου.
Τα τέσσερα πρώτα χρόνια της ζωής μου μεγάλωσα στο Μεγαλοχώρι. Γιατί εκεί ήταν ο πατέρας μου δάσκαλος. Και ζούσαμε εκεί μόνιμα. Μετά, το Μεγαλοχώρι ήταν το παραθεριστικό μας χωριό. Δηλαδή αρχές Ιουλίου ανεβαίναμε στο Μεγαλοχώρι για διακοπές έτσι κι αλλιώς πολλοί Πλωμαρίτες το κάνανε αυτό, έχουν πολύ ωραία σπίτια εκεί. Κι όλα μου τα καλοκαίρια τα πέρναγα στο Μεγαλοχώρι.
Έφυγα 15 χρονών από το νησί κι ο σκοπός που φύγαμε ήταν υποτίθεται, για να είμαστε κοντά στα «κέντρα της γνώσης» φροντιστήρια, πανεπιστήμια γιατί ήμουν καλός μαθητής κι έπρεπε να σπουδάσω. Και να έχω όλες τις ευκαιρίες. Άλλο που δεν ήθελα εγώ. Γιατί άρχισα να βλέπω θέατρο. Όταν τους έλεγα μικρός ότι θέλω να γίνω ηθοποιός, «φρικάρανε». Στην αρχή το βλέπανε αστείο, μετά όσο πέρναγε ο καιρός και το συνέχιζα άρχισαν να «ψιλοφρικάρουνε». Βάλανε ας πούμε φίλους, καθηγητές, δασκάλους μου να μου κάνουν παραινέσεις. «ρε παιδί μου να σπουδάσεις που είσαι καλός μαθητής κι αυτό να το έχεις σαν χόμπι…» εγώ τους έλεγα «ναι, ναι» αλλά την πάτησαν.

– Τελικά τι έγινε, σπούδασες;

Όταν ήρθα λοιπόν στην Αθήνα άρχισε το μυαλό μου να φεύγει τελείως. Να «φεύγω» δηλαδή. Θυμάμαι άνοιγα το βιβλίο διάβαζα και ήμουν στην ίδια σελίδα πέντε ώρες. Γιατί το μυαλό μου ήταν αλλού. Έδωσα εξετάσεις δεν πέτυχα στο Χημικό που είχα δώσει και στο Μαθηματικό. Και πέτυχα στις γραφικές τέχνες. Ήταν μεγάλο σοκ για την οικόγενειά μου που δεν πέτυχα και για μένα. Έτσι ξεκίνησα να σπουδάζω γραφικές τέχνες μέχρι που πήγα στο έκτο εξάμηνο όπου τέλειωνα κι έπρεπε να πάρω πτυχίο και μετά σταμάτησα να πηγαίνω στη σχολή οριστικά. Έφυγα κι ένα καλοκαίρι στη Γαλλία σκεπτόμενος μήπως κάνω κάτι εκεί. Επέστρεψα και τους ανακοίνωσα ότι «εγώ τέλος, δεν ασχολούμαι με τίποτα άλλο, θα ασχοληθώ με το θέατρο».
Έπεσε μια μεγάλη σύγχυση. Απειλές, διάφορα, αυτά που κάνουν όλοι οι γονείς. Αλλά εντέλει άρχισα να μπαίνω στο θέατρο.
Πήγα στο Λαϊκό Πειραματικό του Πειραιά. 1979 ήταν τα πρώτα μου ένσημα. Η πρώτη παράσταση που έπαιξα σαν μαθητής ήταν «Η ζούγκλα των πόλεων» του Μπρεχτ, ένα έργο που σπάνια ανεβαίνει.

– Πότε «συναντήθηκες» με την Ελεύθερη Σκηνή;

Όταν είχα τελειώσει το δεύτερο έτος είχα παίξει ήδη σε δυο τρία έργα. Και το καλοκαίρι του δεύτερου έτους έμαθα ότι έχει οντισιόν ο Σπύρος Ευαγγελάτος στο θέατρο, πήγα στην οντισιόν και με πήρε. Το ίδιο καλοκαίρι έκανε την πρώτη του δουλειά, την πρώτη του σκηνοθεσία ο Τσιάνος ο Κώστας, στο Θεσσαλικό. Ήταν και δάσκαλός μου. Και μου λέει «θες να ρθεις στο Θεσσαλικό που θα κάνω τους «Προστάτες» του Ευθυμιάδη;»
Και πήγα στο Θεσσαλικό εκείνο το καλοκαίρι, εκεί γνώρισα το Λουκιανό Κηλαηδόνη, μου είπε ότι έκανε οντισιόν η Ελεύθερη Σκηνή. Πήγα στην οντισιόν, με πήραν στην Ελεύθερη Σκηνή κι από εκεί άρχισα να δουλεύω εντατικά.
Με γνώρισε η Ξένια Καλογεροπούλου, με την οποία δούλεψα αρκετά χρόνια. Είχα την μεγάλη τύχη να δουλεύω στο θέατρο από τη σχολή ακόμα και να δουλέψω σε πολύ σπουδαίες παραστάσεις, με πολύ σπουδαίους σκηνοθέτες και πολύ σπουδαίους ηθοποιούς. Δηλαδή στην δεκαετία του ’80 συνάντησα την Ξένια Καλογεροπούλου, τον Σταμάτη Φασουλή, το Μίνω Βολανάκη, τον Αντρέα Βουτσινά, τον Λάκη Λαζόπουλο, την Αννα Παναγιωτοπούλου, το Μίμη Χρυσομάλλη, τη Μάγια Λυμπεροπούλου.

– Ήταν πιο εύκολα για τους καλλιτέχνες αλλά και για όλους τα πράγματα τότε ή τώρα;

Έτσι και αλλιώς σήμερα είναι μια εποχή πολύ δύσκολη σε όλα τα επίπεδα κατά τη γνώμη μου. Άλλα αλλάζουν και τα θέλω μας. Τώρα έχει αλλάξει η εποχή, έχουν αλλάξει τα ζητουμενα και οι ανάγκες. Και η θεώρησή μας για τα πράγματα. Δηλαδή και τότε ήταν δύσκολα και τώρα είναι δύσκολα, απλώς είναι αλλιώς.
Εξαρτάται πως κανείς διαχειρίζεται κατά τη γνώμη μου τα θέλω του. Και προς τα που πηγαίνει την αναζήτησή του. Θέλει και λίγη τύχη μέσα σε όλο αυτό. Υπάρχει και ο τρόπος που θα αντιληφθείς τα πράγματα. Γνώρισα τόσους ανθρώπους, κι άλλοι άνθρωποι τους γνώρισαν δεν το λέω με αμετροέπεια, αλλά εξαρτάται από κάθε άνθρωπο που γνωρίζεις, τι παίρνεις.
Γνώρισα το Βασίλη Διαμαντόπουλο που κατά τη γνώμη μου είναι ο πιο σημαντικός Έλληνας ηθοποιός που έχω συναντήσει στα 35 χρόνια που δουλεύω στο θέατρο, τον Κώστα Καζάκο, την Δέσποινα Μπεμπεδέλη. Γνώρισα, συναντήθηκα και μαθήτευσα δίπλα σε πάρα πολύ σπουδαίους ηθοποιούς και πάρα πολύ σπουδαίους ανθρώπους και αυτοί είναι οι «αποσκευές» μου. Τον Τάσο Πανδή λίγο αργότερα με τον οποίο ουσιαστικά με ένα «ιδιαίτερο» που έκανα μαζί του τρεις μήνες κωδικοποίησα ότι ήξερα μέχρι τότε και αυτό ήταν ουσιαστικά που με προχώρησε. Η συνάντησή μου με τον Τάσο Πανδή ήταν αυτή που έβαλε τα θεμέλια, για να γίνει πιο ουσιαστική η αναζήτησή μου η υποκριτική.

– Αναρωτιέμαι αν το σημερινό περιβάλλον βοηθάει κάποιους ανθρώπους να μπουν σε μια τέτοια διαδικασία αναζήτησης του ουσιαστικού;

xatzipanagiotis-theatro3Είναι δύσκολα τα πράγματα. Είναι δύσκολα ακόμα και για μας. Καμιά φορά μου λένε «εσύ τώρα δεν έχεις ανάγκη». Δεν υπάρχει αυτό, δεν ισχύει. Γιατί λένε «εσύ είσαι πρωταγωνιστής». Όμως όσο πιο πολύ ψηλά ανεβαίνεις «τόσο πιο πολύ φαίνεται ο κώλος σου!», λένε. Τα πράγματα έχουν και εκεί τις δυσκολίες τους. Πρέπει να είσαι συνεχώς σε εγρήγορση σε ψάξιμο, σε νοιάξιμο διαρκές για αυτό που κάνεις. Συνεχώς να προσπαθείς να προτείνεις νέες φόρμες και νέους δρόμους και νέους τρόπους για να μπορείς να κρατάς και το ενδιαφέρον του κοινού. Να σε επιλέγει το κοινό.
Αυτό είναι λοιπόν που θέλω. Κάθε δουλειά που κάνω να μην επαναλαμβάνω αυτά που ξέρω ακόμα και με την καλύτερή τους εκδοχή. Αλλά κάθε δουλειά να μου δίνει την ευκαιρία να προσθέτω ένα λιθαράκι στην προσωπική μου όποια κατάκτηση. Είναι μαγικό. Είναι πολύ ωραίο όχι μόνο όταν το πετύχεις αλλά και σαν αποτυχία το γεγονός ότι παλεύεις για αυτό το πράγμα. Η «διαδρομή» είναι το πιο σημαντικό. Αυτό είναι που σε πλουτίζει αν ενδιαφέρεσαι και αν νοιάζεσαι πραγματικά για αυτό που κάνεις.

– Και στην τηλεόραση μπορούμε να πούμε ότι δεν έχεις «τυποποιηθεί» σε ένα ρόλο.

Κοίταξε μοιραία η τηλεόραση ιδίως άμα κάνεις πολύ μεγάλη επιτυχία «τυποποιεί». Ας πούμε εγώ έχω κάνει μια πραγματικά μεγάλη επιτυχία, με τα «Εγκλήματα». Όταν λοιπόν υπάρχει κάτι τόσο πολύ έντονο, είναι πολύ εύκολο οι άνθρωποι να σε ταυτίσουν με αυτό το πρόσωπο. Το ζητούμενο είναι τι θα κάνεις εσύ από εκεί και πέρα. Να τους πείσεις ότι δεν είσαι μόνο αυτό, αλλά ότι είσαι και κάτι άλλο. Δεν είναι εύκολο αλλά ταυτόχρονα είναι ενδιαφέρον και συναρπαστικό.

– Αυτή την περίοδο η Τέχνη περνάει κρίση;

Η τέχνη είναι καθρέφτης της κοινωνίας δεν θα μπορούσε να μην περνάει κρίση. Η τέχνη δίνει απλώς τις διεξόδους να μπορείς να δεις τα πράγματα μέσα από αυτό το πρίσμα και να προσπαθήσεις τουλάχιστον να τα προβάλεις και εσύ προς το κοινό, με αυτό τον τρόπο να δώσεις μια διαφορετική ματιά. Μια τόσο μεγάλη κρίση που περνάει όχι μόνο η Ελλάδα αλλά όλος ο κόσμος επηρεάζει και την τέχνη. Είναι κρίση ιδεών, αξιών είναι κρίση της ανθρώπινης φυλής γενικότερα.

– Φέτος είσαστε με ένα κλασικό έργο το «Ντόλλυ, η προξενήτρα», του Θόρντον Ουάιλντερ, που παρά την κρίση, πάει πάρα πολύ καλά.

Είναι μια ωραία παράσταση, ένα έργο οικογενειακό, μια παράσταση όπως αυτές που βλέπαμε παλιά, όπως μου είπε ένας θεατής. Πράγματι η παράσταση και το έργο δεν φέρνει τίποτα, καμιά καινοτομία, σε επίπεδο θέματος. Υπάρχουν έργα που είναι πολύ σύγχρονα και θέτουν θέματα άμεσα συγχρονα. Το θέμα όμως των ανθρώπινων σχέσεων, της αγάπης, της συντροφικότητας είναι διαχρονικό. Είναι ένα θέμα που ο Ουάιλντερ ασχολείται με τους παραλογισμούς της ανθρώπινης φύσης, του ανθρώπου.
Δεν τους κοροϊδεύει τους ηρωές του, τους βλέπει με πολύ συμπάθεια και προσπαθεί με αρκετή ειρωνία, να δείξει τα ελαττώματά τους, όπως αυτός ο τύπος που παίζω εγώ, που είναι χρησιμοθήρας, που δεν έχει καμία σχέση με την αγάπη και την αισθητική απόλαυση, αυτόν τον ενδιαφέρουν μόνο τα λεφτά. Μιλάει και για την θέση της γυναίκας εκείνη την εποχή, με τον τρόπο του βέβαια. Σκέψου ότι το έργο αυτό το έγραψε το 1939, μετά το οικονομικό κραχ, που δεν είχαν συνέλθει ακόμα, και λίγο πριν το δεύτερο παγκόσμιο πολεμο. Δηλαδή μια παρα πολύ σκοτεινή περίοδο, σχεδον κοντά στην δικιά μας, σήμερα. Παρόλα αυτά, αυτός επιλέγει να γράψει ένα έργο αισιόδοξο στο βάθος του. Ένα έργο που μιλάει για τον παραλογισμό της ανθρώπινης φύσης. Αλλά με πολύ αγάπη και πολύ χιούμορ.

– Το θέμα των ανθρώπινων σχέσεων είναι πολύ επίκαιρο, ειδικά σήμερα, με την «ανθρωποφαγία» που έχει επικρατήσει σε όλα τα επίπεδα.

Συμφωνώ απολύτως. Πρέπει να μάθουμε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της σημερινής εποχής είναι ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να ακούσουν την διαφορετική άποψη. Και δεν μπορούν να αντικρίσουν την διαφορετικότητα γενικότερα. Ούτε καν να την ακούσουν δεν θέλουν. Δηλαδή αν σήμερα βγεις και πεις μια άποψη που είναι διαφορετική από την άποψη των πολλών, το θέμα δεν θα μπει καν σε συζήτηση. Θα λιθοβοληθείς. Δηλαδή θα σε πουν αντιδραστικό, θα σε πουν φασίστα. Ενώ ουσιαστικά αυτό που μας λείπει σήμερα είναι αυτό ακριβώς. Η δυνατότητά μας να μπορούμε να ακούμε τον άλλον και να μπορούμε να συζητάμε.
Εγώ δεν είμαι καθόλου δογματικός άνθρωπος δεν πιστεύω στους δογματισμούς, ακόμα και στους δογματισμούς τους δικούς μου. Αν υπάρχουν, γιατί φροντίζω να μην υπάρχουν. Δηλαδή μπορεί να έχω μια άποψη για ένα θέμα αλλά είμαι έτοιμος ανά πάσα στιγμή εάν με πείσεις να την πάρω πίσω και να την αλλάξω. Η καχυποψία μας έχει κάνει πιο φασίστες κι από τους φασίστες. Αυτό είναι κάτι που με ενοχλεί πολύ σήμερα.

– Είχατε γυρίσει στη Λέσβο μια ταινία με τον Λάκη Παπαστάθη το «Ταξίδι στη Μυτιλήνη». Πως ήταν αυτή η εμπειρία; Ξανά στο νησί, όχι όμως για διακοπές αλλά για μια ταινία;

xatzipanagiotis2Τα γυρίσματα στη Λέσβο για μένα ήταν μια «βουτιά». Τις μέρες που έκανα γύρισμα εκεί δεν συνάντησα σχεδόν κανέναν. Είχα μια μοναστική ζωή, ζούσα στο ξενοδοχείο μόνος μου και προσπαθούσα να συγκεντρώνομαι και να απολαύσω όσο γίνεται περισσότερο αυτή τη «βουτιά» στο παρελθόν. Γιατί για μένα ήταν μια «βουτιά» στο παρελθόν και χαίρομαι πολύ που την έκανα με τον Λάκη.
Πιστεύω πολύ στην «κυτταρική» μνήμη. Οι άνθρωποι στη Λέσβο κουβαλάνε στα κύτταρά τους μνήμες.

– Εκτός από το θέατρο, ετοιμάζεται κάτι καινούργιο;

Θα κάνω μία ταινία με τον Χρήστο το Δήμα. Ένα σύγχρονο θέμα, που είναι σχέσεις ανθρώπινες κλπ. Και ελπίζω ότι θα κάνω σύντομα μια ταινία ακόμα με τον Λάκη Παπαστάθη. Ένας σπουδαίος άνθρωπος, με υψηλή αισθητική, αγαπάει πολύ τη Μυτιλήνη. Ένας άνθρωπος με υψηλή νοημοσύνη και υψηλό αίσθημα.

– Στην πρώτη τηλεφωνική επαφή μας, όταν ρωτήσαμε τι να φέρουμε από την Λέσβο, η απάντηση ήταν «λίγο αέρα». Τι είναι η Λέσβος για σένα;

Η Λέσβος για μένα είναι όλα μου τα παιδικά χρόνια. Κι όπως ξέρεις η μοναδική μας πατρίδα σε αυτή την ζωή είναι τα παιδικά μας χρόνια. Είναι όλα μου τα βιώματα, τα πρώτα μου αισθήματα, οι πρώτοι μου έρωτες. Αλλά η Λέσβος πέρα από αυτό, είναι ο γενέθλιος τόπος που είναι πολύ σημαντικός για μένα. Είναι κι ένα από τα πιο όμορφα μέρη του κόσμου έτσι κι αλλιώς δεν το λέω τοπικιστικά, γιατί δεν θέλω να είμαι τοπικιστής.
Για αυτό προσπαθώ και να μην το λέω αυτό. Γιατί πιστεύω ότι είμαστε πολίτες του κόσμου. Δεν πιστεύω σε τοπικισμούς, γιατί και ο τοπικισμός είναι ένα είδος δογματισμού. Υπάρχει άνθρωπος που να μην θεωρεί ότι η πατρίδα του είναι το ωραιότερο μέρος του κόσμου; Όλοι λένε, «η πατρίδα μου είναι η ωραιότερη». Και αυτό ανάγεται σε αυτό που είπα πριν ότι η μοναδική μας πατρίδα είναι τα παιδικά μας χρόνια.

* Φέτος ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης λάμπει κυριολεκτικά πάνω στο σανίδι του θεάτρου «Αλίκη» παίζοντας τον στριφνό έμπορο Οράτιο Βαντεργκέλντερ που «μπλέκεται» μαζί με τους Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους, Γ. Σαρακατσάνη, Γ. Ψυχογιό, Στ. Σβήγκο, Αλεξ. Ούστα, Ντάνη Γιαννακοπούλου, Αχ. Σκεύη και την Ρένια Λουιζίδου, στα παιχνίδια της «Ντόλλυ της προξενήτρας» δηλαδή της Βίκυς Σταυροπούλου. Η σκηνοθεσία είναι του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη.

Πηγή: www.lesvostime.gr

Facebook comments:

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here