Home Ενημερώσεις Εφ. Εμπρός : Ευκαιρίες για το ούζο ανώτερης ποιότητας

Εφ. Εμπρός : Ευκαιρίες για το ούζο ανώτερης ποιότητας

1310
2

Γράφει: Γιάννης Σαλαβόπουλος
Η Λέσβος μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το ποιοτικό ούζο και φημισμένη εντός και εκτός συνόρων γι’ αυτό. Το ούζο έχει παράδοση και ιστορία ήδη από τον προηγούμενο αιώνα στο νησί μας, οι δε ονομασίες Ούζο Μυτιλήνης και Ούζο Πλωμαρίου είναι συνώνυμες του ούζου υψηλής ποιότητας. Το ούζο είναι ένα αποκλειστικά ελληνικό παραδοσιακό προϊόν με Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη σύμφωνα με Κανονισμό της Ε.Ε.. Αυτό αποτελεί ένα ισχυρό όπλο στα χέρια των Μυτιληνιών ποτοποιών.
Η Γερμανία αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά ούζου. Η Ελλάδα κατέχει την τέταρτη θέση στις εξαγωγές αλκοολούχων ποτών στη Γερμανία μετά τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία, ενώ για την Ελλάδα είναι η πρώτη αγορά στον κόσμο, απορροφώντας πάνω από το 75% των εξαγωγών μας. Η μέση κατά κεφαλήν κατανάλωση οινοπνευματωδών στη Γερμανία ανήλθε το 2008 σε 5,5 λίτρα.

Στατιστικά στοιχεία
Το ούζο αποτελεί το κυριότερο εξαγώγιμο ελληνικό προϊόν στην κατηγορία οινοπνευματωδών. Το 2008 οι εξαγωγές ούζου στη Γερμανία ανήλθαν σε αξία στα 13,84 εκατ. ευρώ παρουσιάζοντας μια αύξηση 7,43%, ενώ το α΄ εξάμηνο του 2009 ανήλθαν σε έξι εκατομμύρια ευρώ. Οι εισαγωγές ούζου στη Γερμανία αποτελούν περί το 5% των συνολικών εισαγωγών οινοπνευματωδών της Γερμανίας.

Παρούσα κατάσταση
Το ούζο ως προϊόν έχει ευρύτατη παρουσία σε όλες σχεδόν τις γνωστές γερμανικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ και στα εξειδικευμένα καταστήματα οινοπνευματωδών, σε αντίθεση με τα ελληνικά κρασιά που δεν έχουν ακόμα εδραιωθεί ως προϊόν σε τέτοιο βαθμό. Είναι χαρακτηριστικό, ωστόσο, ότι αν και οι εξαγωγές του ούζου στη γερμανική αγορά κινούνται εν γένει θετικά τα τελευταία χρόνια, εν τούτοις το ούζο είναι το φθηνότερο προϊόν μεταξύ των ανταγωνιστικών του οινοπνευματωδών.
Από τα μυτιληνιά ούζα παρουσία στη γερμανική αγορά έχει κυρίως το ούζο Πλωμαρίου «Ισιδώρου Αρβανίτη», τα ούζα «Βαρβαγιάννη» και το «Μίνι» της ΕΠΟΜ. Άλλα σήματα ούζων εκτός των μυτιληνιών που κυκλοφορούν στη γερμανική αγορά, πέραν αυτών με ιδιωτική ετικέτα, είναι: «Ούζο 12» με το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς αλλά μειούμενο τουλάχιστον το τελευταίο διάστημα, «Ούζο Τσάνταλη», «Ούζο Sans Rival», «Ούζο 7», «Ούζο Δύραμος», «Ούζο Romios», «Ούζο Kefi» κ.ά.. Από τα μυτιληνιά ούζα το ούζο Πλωμαρίου «Ισιδώρου Αρβανίτη» έχει κατορθώσει να βρίσκεται σταθερά στα ράφια των μεγάλων γερμανικών αλυσίδων, αυξάνοντας μάλιστα εντυπωσιακά το τελευταίο διάστημα το μερίδιο αγοράς του. Τα άλλα δύο ούζα μας («Βαρβαγιάννη» και «Μίνι»), που έχουν παρουσία, τα βρίσκει κανείς ίσως σε κάποιες αλυσίδες αλλά κατά βάση στα ελληνικά εστιατόρια της Γερμανίας και σε ορισμένα ελληνικά καταστήματα και κάβες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ούζο Πλωμαρίου «Ισ. Αρβανίτη» κατόρθωσε μέσα σε λίγα χρόνια να γίνει το Νο 2 στη γερμανική αγορά μετά το «Ούζο 12», που έχει μακρόχρονη παρουσία, ενώ το 2008 παρουσίασε μια αύξηση πάνω από 35%, την ίδια στιγμή που οι περισσότεροι ανταγωνιστές του είχαν πτώση ή, στην καλύτερη περίπτωση, στασιμότητα. Λαμβανομένης υπ’ όψιν πάντα της διαφορετικής εξαγωγικής στρατηγικής της κάθε εταιρείας αλλά και των διαφορετικών αγορών-στόχων, η εν λόγω επιτυχία του ούζου Πλωμαρίου «Ισ. Αρβανίτη» αποτελεί ένα καλό παράδειγμα και οδηγό, αφού δείχνει ότι αν υπάρχει η ποιότητα συνδυασμένη με τη σωστή εξαγωγική στρατηγική, έχει πολύ θετικά αποτελέσματα, ακόμα και σε ανταγωνιστικές αγορές όπως η γερμανική και παρά τη δύσκολη συγκυρία.

Προβλήματα
Τα σημαντικότερα προβλήματα του ούζου στη γερμανική αγορά είναι η μη επαρκής γνώση πολλές φορές του καταναλωτικού κοινού διαφοροποίησης των ποιοτήτων ούζου, με αποτέλεσμα να αγοράζουν πολλοί καταναλωτές απλά το φτηνότερο ούζο, επειδή δεν μπορούν πάντα να διακρίνουν τη διαφορά ποιότητας, η χαμηλή τιμή του εν γένει σε συνδυασμό με την υψηλή φορολογία του (ειδικός φόρος κατανάλωσης), με αποτέλεσμα το περιθώριο κέρδους για τον παραγωγό να είναι συχνά χαμηλό, εκτός αν έχει προοπτικές πώλησης μεγάλων ποσοτήτων, και ο ισχυρός τιμολογιακός ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων ούζων ιδιωτικής ετικέτας, των φτηνών ούζων και των ούζων ανώτερης ποιότητας. Πέραν κάποιων μεμονωμένων προσπαθειών, είναι αισθητή η έλλειψη μιας συντονισμένης και οργανωμένης προβολής του προϊόντος συλλογικά και όχι από κάθε εταιρεία ξεχωριστά.
Πρόσφατα οι discounters, που καθορίζουν εν πολλοίς τις τάσεις της αγοράς, αύξησαν τη μέση λιανική τιμή του φθηνού ούζου που διαθέτουν από 4,99 ευρώ τη φιάλη των 0,7 λίτρων στα 5,29 ευρώ περίπου (κυρίως Lidl, Aldi, Plus), δίνοντας μια ανάσα στην αγορά. Ως προς το επώνυμο ούζο, τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα, αφού η λιανική τιμή της φιάλης 0,7 λίτρων, αναλόγως την αλυσίδα ή το κατάστημα και το πόσο ισχυρό είναι το brand name του κάθε ούζου, φθάνει έως και τα 15 ευρώ περίπου τη φιάλη, αφού αυτά διαφημίζονται και πωλούνται ως απεριτίφ. Εκεί είναι το κλειδί της επιτυχίας και για τα μυτιληνιά ούζα, αφού ανήκουν κατ’ εξοχήν στην κατηγορία του επώνυμου ούζου ανώτερης ποιότητας.

Τάσεις και Ευκαιρίες
Το αναγνωρισμένα ποιοτικό ούζο του νησιού μας δείχνει ότι έχει δυνατότητας περαιτέρω ανάπτυξης στις αγορές του εξωτερικού και κυρίως στη μεγαλύτερη παγκοσμίως αγορά του, τη γερμανική, με βάση και τα θετικά στοιχεία των τελευταίων ετών, λόγω και της σχετικά καλύτερης γνώσης του προϊόντος από το γερμανικό καταναλωτικό κοινό σε σχέση με το καταναλωτικό κοινό άλλων χωρών, όπως αυτό των ΗΠΑ, αλλά και της ανώτερης ποιότητάς του, γεγονός που το κατατάσσει στα απεριτίφ. Προκειμένου, ωστόσο, αυτό να επιτευχθεί, απαιτείται, πέραν μιας οργανωμένης εθνικής κλαδικής στρατηγικής για το συγκεκριμένο προϊόν, μεγαλύτερη εξωστρέφεια από τις μυτιληνιές ποτοποιίες, συμμετοχή στις μεγάλες διεθνείς εκθέσεις του κλάδου (στη Γερμανία η Prowein), αξιοποίηση προωθητικών ενεργειών εξαγωγικού μάρκετινγκ και διαφήμισης (roadshows, διοργάνωση εκδηλώσεων κ.λπ.) και σταθερή παρουσία στην αγορά.

* Ο Γιάννης Σαλαβόπουλος είναι γραμματέας Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στην πρεσβεία της Ελλάδος στο Βερολίνο και μέλος Δ.Σ. του Club Οικονομικών και Εμπορικών Ακολούθων Βερολίνου.
(Οι απόψεις που εκφράζονται είναι προσωπικές και δε σχετίζονται με την Υπηρεσία.)
Πηγή : www.emprosnet.gr

Comments Closed

2 COMMENTS

  1. ΕΔΩ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΚΑΠΟΙΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ. ΤΟ ΟΥΖΟ ΙΣΙΔΩΡΟΥ ΑΡΒΑΝΙΤΗ ΜΕ ΤΟ ΦΕΛΛΟ ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΚΑΙ ΣΕ ΑΛΛΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΙΝΑΙ ΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ. ΑΛΛΩΣΤΕ ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΤΟ ΠΛΩΜΑΡΙ. ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΛΕΓΟΜΕΝΟ ΧΤΥΠΗΤΟ ΟΥΖΟ ΠΟΥ ΑΝ ΤΟ ΠΙΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΘΑ ΚΑΝΕΙΣ ΕΝΑ ΚΕΦΑΛΙ 100 ΚΙΛΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕΙ…….. ΑΦΗΣΤΕ ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΑ. ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΚΑΝΕΙ ΤΡΕΛΕΣ ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΦΤΗΝΟ. ΤΟ ΘΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΜΟΝΟ ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ Ή ΚΑΙ Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ; ΓΙΑΤΙ ΑΛΛΑ ΟΥΖΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΑΠΟΣΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΑΡΙΣΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΒΟΛΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΠΟΜΠΕΣ; ΦΟΒΑΜΑΙ ΜΗΠΩΣ ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΤΕΤΟΙΕΣ ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ, ΠΑΘΟΥΜΕ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΕΙΧΑΜΕ ΠΑΘΕΙ ΠΡΙΝ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕ ΑΛΛΑ ΔΥΟ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ, ΤΟ ΣΑΠΟΥΝΙ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΔΙ, ΠΟΥ ΟΤΑΝ ΑΡΧΙΣΑΜΕ ΝΑ ΤΑ ΝΟΘΕΥΟΥΜΕ ΧΑΣΑΜΕ ΠΡΩΤΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΕΛΑΤΕΣ ΜΑΣ.

  2. Το Ούζο Αρβανίτη είναι σαν την κόκα κόλα. Δυο φτηνά και εμπορικά αλλα καθόλου ποιοτικα προϊόντα, που βασίζονται στην μεγάλη διαφήμιση που κάνουν και στην μεγάλη κατανάλωση. Ο κόσμος για παράδειγμα εδώ στην Αθήνα πίνει αυτο το ούζο και υπερηφανεύεται ότι πίνει το καλύτερο. Έχω κουραστεί να τα λέω σε όσους γνωρίζω ότι αυτό το ούζο δεν είναι το καλύτερο. Λέμε πάντα να δοκιμάσουν Βαρβαγιάννη , Πιτσιλαδή και Γιαννατσή, πλέον και τα τρια αυτά ούζα τα βρίσκεις εύκολα και σε ταβέρνες-εστιατόρια αλλά και σε κάβες και super market.

    Έχει μεγάλη διαφορά το ποιοτικό με το εμπορικό, το ίδιο συμβαίνει και με τα κρασιά, μπύρες αλλά και με την μουσική.

Comments are closed.