Home Άρθρα Λαμπροδευτέρα στο Ραχίδι Παλαιοχωρίου με το «τουρκάτς»

Λαμπροδευτέρα στο Ραχίδι Παλαιοχωρίου με το «τουρκάτς»

919
0

Από τη στήλη “Χρονογράφημα” του Αριστείδη Κυριαζή στην εφημερίδα Εμπρός. Νήσος Αιολίς Λέσβος, η δε χώρα Λεσβία. Δεκαπενθήμερες επισημάνσεις.

rahidi-pasxa2016-003Τη Δευτέρα του Πάσχα του 2015, επισκεφθήκαμε τον εγκαταλειμμένο οικισμό Ραχίδι, στη Ράχη του βουνού, βορειοδυτικά από το Παλαιοχώρι Πλωμαρίου, όπου κάθε Λαμπροδευτέρα στο ομώνυμο οροπέδιο, οι Παλαιοχωριανοί ανάβουν φωτιές και ψήνουν, χορεύοντας με μουσικές.

Όπως γράφει στην ιστοσελίδα «Παλαιοχώρι Λέσβου», η φιλόλογος Μυρσίνη Βουνάτσου: «Το Ραχίδι, κάποτε έσφυζε από ζωή πάνω στο οροπέδιο, 520 μέτρα από το ύψος της θάλασσας, με τα πεύκα, τα αμπέλια, τα πέτρινα εξοχικά και τα τεράστια μάρμαρα με τις αλεπούδες και τη θαυμάσια θέα. Σήμερα χαλάσματα, πρίνοι, γέρικα δέντρα, χέρσα αμπέλια, ρουμάνια, χόρτα ξερά. Τους ανθρώπους τους τράβηξαν η Μελίντα, η Αθήνα, οι ξενιτιές, ο θάνατος {…}

Στο Ραχίδι έχει απομείνει ένα κομμάτι από την παιδική μας ηλικία. Μεγάλος παραθεριστικός οικισμός που, μαζί με το Βαλανιά, το Χώμα, τη Χορταρού, την Κριθαριά, τα Πυρπιρά και άλλα εξοχικά μέρη, το καλοκαίρι συγκέντρωναν τους μισούς Παλιοχωριανούς. Οι άπειρες γωνιές για παιχνίδι, οι κούνιες, ο πευκώνας όπου κάναμε στρώματα με πευκοβελόνες, οι ήχοι της εξοχής, το δροσερό καλοκαίρι και το θαυμάσιο υψόμετρο έκαναν τα καλοκαίρια μας αξέχαστα.

Όταν άνοιγαν τα σχολεία την 1η Οκτωβρίου, ανεβοκατεβαίναμε με τα πόδια όλοι μαζί οι μαθητές σχεδόν όλο το μήνα».
Κατά την επίσκεψή μας στο Ραχίδι, η Ερατώ, ξαπλωμένη νωχελικά πάνω στα επίπεδα θεόρατα Μάρμαρα, εισπράττοντας καλοδεχούμενα τη θέρμη του πασχαλινού μεσημεριάτικου ήλιου και βλέποντάς με να ρεμβάζω την αιγαιοπελαγίτικη καταγάλανη θάλασσα και να αναφωνώ: «Μια πλώρη στο βουνό», μού απάντησε διαβάζοντας τη θαυμάσια λογοτεχνική περιγραφή για το Ραχίδι από την ομώνυμη παράγραφο του εξαίρετου βιβλίου «Προς το παρόν υγειαίνω», του φίλου Ξενοφώντα Μαυραγάνη:
«Η μεγάλη του, όμως, απόλαυση ήταν ο ρεμβασμός από την βεράντα του. Μια πλώρη στο βουνό που αγνάντευε το πέλαγος, μέσα από μια τζαμαρία, πιστό αντίγραφο θαλάμου διακυβέρνησης πλοίου…

Μισοξάπλωνε στην πολυθρόνα του κι απολάμβανε τα ηλιοβασιλέματα. Χειμώνα που, νωρίς-νωρίς γέρνοντας ο ήλιος, έβαφε πότε βυσσινιά, πότε μενεξελιά κι άλλοτε πορτοκαλιά τα σύννεφα, όταν μπορούσε να τα τρυπήσει, και καλοκαίρι, που περίμενε να περάσουν ώρες πολλές για να βάψει κατακόκκινο τον ορίζοντα, πέρα για πέρα, μέχρι το ακρωτήρι του Άη Φωκά. Κι όταν νύχτωνε καλά, από την άνοιξη ως το φθινόπωρο, παρακολουθούσε τις πορείες των καλαμαράδων, κι ανάλογα με τις μετακινήσεις τους στη θάλασσα, καταλάβαινε αν την επαύριο θα του έστερνε κάποιος φίλος το “μερίδιό” του». (Θεσσαλονίκη 2013, εκδόσεις «Νησίδες», σ. 62).

Εντυπωσιασμένος από τον οργασμό της ανοιξιάτικης φύσης, μαζεύοντας από μια δροσερή ανθισμένη ρεματιά ραδίκια, σπαράγγια, σβυρνιές, πεντάνευρα και αφτερούγιες ανάμεσα σε πολύχρωμες ανεμώνες, κατακόκκινους λαλέδες και λογχοειδείς τουλίπες, διέκρινα και πρόσφερα στην Ερατώ μια ιταλική ορχιδέα γνωστή με την ονομασία «γυμνός άνδρας», το «σατύριον» της αρχαιότητας, λόγω της ομοιότητας που έχουν τα πέταλά της με τους μυθικούς σατύρους, τους συνοδούς του Διόνυσου. Η ορχιδέα αυτή, που φαίνεται στη φωτογραφία, είναι μία από εκείνες που δίνει το μαλακτικό αφροδισιακό ρόφημα σαλέπι.

Ο Ερέσιος Θεόφραστος το 345 π.Χ., στο «Περί φυτών Ιστορίας», (9,18,3), πρώτος ονόμασε το είδος του φυτού «Όρχις, εκ του σχήματος των ριζών» της διπλοκόνδυλης ρίζας που ομοιάζει με τα ανδρικά γεννητικά όργανα και από το μύθο του ομώνυμου σατύρου, που μεταμορφώθηκε από το Βάκχο σε φυτό επειδή επιχείρησε να βιάσει μία ιέρεια. Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν την ορχιδέα ως σερνικοβότανο, πιστεύοντας ότι εάν οι άνδρες έτρωγαν από το μεγάλο κόνδυλο, γεννούσαν αγόρι, ενώ εάν οι γυναίκες δοκίμαζαν από το μικρό κόνδυλο, τεκνοποιούσαν κορίτσι.

(«μείζονα ρίζαν υπ’ ανδρών εσθιομένην αρρενογονείν, την δε ελάττονα υπό γυναικών θηλυγονείν», Διοσκουρίδης Πεδάνιος, 1ος αιών μ. Χ. Materia medica βιβ. 3, κεφ. 126, 1).
Στη συγκέντρωση των εκδρομέων στο Ραχίδι συναντήσαμε τους Παλαιοχωριανούς πρωτεξάδελφους Παναγιώτη και Στάθη Κουτλή, οι οποίοι ακούγοντας να ονομάζω στην Ερατώ τις 12 γνωστότερες ποικιλίες της ορχιδέας: «γυμνός άνδρας, μπαλαρίνα, άγγελος, δράκαινα, τίγρη, πίθηκος, πάπια, ερωδιός, περιστέρι, παπαγάλος, πεταλούδα και σκώρος», προσέθεσαν ότι στο Παλαιοχώρι αυτή την ορχιδέα την ονομάζουν το «τουρκάτς», από το ρόδινο χρώμα της, και πως οι μητέρες τους, διατηρώντας ένα έθιμο που έχει ρίζες από την Τουρκοκρατία, βάφοντας κόκκινα τα αυγά του Πάσχα, χρησιμοποιούσαν ένα τούλι μπομπονιέρας για να αποτυπώνουν περίτεχνα σε αυτά το σχήμα του άνθους, έτσι ώστε όταν κάποιο παιδί νικούσε στο τσούγκρισμα των αυγών να υπερηφανεύεται πως τσάκισε το «τουρκάτς» του αντιπάλου!

Αρχική δημοσίευση www.emprosnet.gr

Facebook comments:

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here